50 Cent - Curtis

Αρχικά

Ο 50 Cent, θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ένα τέλειο παράδειγμα μιας ιστορίας με θέμα μια μεγάλη αυτοκρατορία. Μια ιστορία με αρχή, μέση και ίσως τέλος, με αρκετές καλές και κακές στιγμές για τον ίδιο και τους «δικούς του». Θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτή η αυτοκρατορία που ακούει στο όνομα G-Unit Records φτιάχτηκε σχεδόν με έναν δίσκο, τον Get Rich Or Die Tryin’. Ένα δίσκο που ακόμα και να τον μισούσες τον Curtis Jackson, δεν μπορούσες να μην παραδεχτείς ότι ήταν πολύ καλός κι ίσως ένας από τους καλύτερους mainstream – gangsta δίσκους που είχε βγει τα τελευταία χρόνια. Όλα αυτά ισοβαθμούσαν με εκατομμύρια albums, πάρα πολλούς fans και όλο και περισσότερους πλατινένιους δίσκους. Για 2 χρόνια ό,τι άγγιζε γινόταν χρυσός, για εκείνον αλλά και για άλλους, όπως Lloyd Banks, Young Buck κτλ. Λογικό λοιπόν για τον κόσμο, να περιμένει άλλον ένα πολύ δυνατό δίσκο από τον rapper που’χε καταφέρει να κάνει το όνομά του μόδα, όπως το 1999 – 2001 ο Eminem. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτούς τους δύο φάνηκε στο δεύτερο album του, στο The Massacre, όπου άκουγες πως ο 50 δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο καλός στο Mic όπως ο Eminem, και είναι ένας MC όπου μεγαλύτερο βάρος έχουν οι παραγωγές και όχι ο ίδιος στα κομμάτια του. Κι αυτό είχε βέβαια και αντίκτυπο για τον ίδιο αλλά και για τις πωλήσεις, γιατί μπορεί να πούλησε και πάλι εκατομμύρια, μπορεί να έσπασε αρκετά ρεκόρ πωλήσεων σε μια εβδομάδα, αλλά στην τελική πούλησε μόνο τα μισά σε σχέση με το ντεμπούτο του. Κάπου εκεί άρχισε σιγά η κατηφόρα για τον Curtis και τους υπολοίπους, με αρνητικές κριτικές από τον κόσμο στην Αμερική, χάνοντας fans, δευτεροκλασάτα beefs, μέτριες πωλήσεις για όλες τις κυκλοφορίες της G-Unit Records και όλο περισσότερα προβλήματα. Τρία χρόνια μετά, ο ίδιος επιστρέφει με το «Curtis» σε μια πολύ δύσκολη εποχή για ολόκληρη την μουσική κοινότητα σε ότι έχει σχέση με πωλήσεις, σε μια προσπάθεια που μοιάζει με μονόδρομο και ιδιαίτερα δύσβατο μάλιστα. Να σώσει ότι μπορεί από την «αυτοκρατορία» του, να αποδείξει το αντίθετο σε όλους εκείνους που τον κριτικάρουν, να ακουμπήσει και πάλι την κορυφή. Μόνο που αυτή την φορά, όσοι πρόσεξαν, τις τελευταίες μέρες κάτι είχε «αλλάξει»…


Ο Δίσκος

Κι αυτή η αλλαγή φαίνεται σε όλο τον δίσκο, και ειδικότερα όταν τον έχεις ακούσει ολόκληρο. Ας τα πιάσουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Όπως έγραψα και στον πρόλογό μου, το πιο βασικό στους δίσκους του 50 είναι οι παραγωγές, και όπως καταλαβαίνετε, η Interscope δεν τσιγκουνεύτηκε στα έξοδα του «Curtis». Τα μεγάλα ονόματα δεν λείπουν βέβαια: Dr. Dre, Timbaland, Havoc, Eminem με άλλους επίσης γνωστούς producers να συμπληρώνουν την λίστα με τους beatmakers: Jake One, Tha Bizness, K-Lassik Beats, Dangerous LLC, Apex, DJ Khalil, Ty Fyffe, Detroit Red και Adam Deitch & Eric Krasno. Το αποτέλεσμα όμως δε νομίζω να ευχαρίστησε και πολύ τους fans του 50 για καλά mainstream beats είτε για το club είτε για bumpin their music στα αυτοκίνητά τους. Δεν ξέρω, αλλά πολύ λίγες από τις παραγωγές κατάφεραν να με εντυπωσιάσουν, και μετά από ένα κακό έως αδιάφορο ξεκίνημα στον δίσκο, προς τη μέση του δίσκου μπορώ να πω πως οι περισσότεροι από τους ακροατές θα αρχίσουν να «γουστάρουν». Ο μόνος που πραγματικά κάνει εξαιρετική δουλειά είναι για άλλη μια φορά ο Timbaland, με τους άλλους να κινούνται πάνω-κάτω στην μετριότητα. Ακόμα και ο Dr. Dre δεν κάνει σε καμία περίπτωση την δουλειά που τον έχουμε συνηθίσει και θυμίζει λίγο τον κουρασμένο Dre του «Kingdom Come». Γενικώς πρόσεξα πως πολύ λίγες παραγωγές θα μείνουν στην μνήμη του κόσμου σε σχέση με παλαιότερες κυκλοφορίες του label. Δεν ξέρω, αλλά πιστεύω πως στο άκουσμα του ήχου θα έπρεπε μάλλον να προβληματιστεί η Interscope Records άμα θυμηθούν τα hits που υπήρχαν π.χ. στα «The Massacre», The Documentary, χωρίς να θέλω να πάω σε παλαιότερες στιγμές τύπου 2001: The Chronic. Υπάρχουν πάντα τα tracks που θα σας ξεσηκώσουν, αλλά σαν σύνολο θα σας αφήσει λίγο ανεκπλήρωτους. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, τα πράγματα είναι στα χέρια του 50, φτάνοντας κάπου εδώ στο κεντρικό πρόσωπο του album μας.

Ο γνωστός rapper κυμαίνεται στα ίδια και γνωστά για εκείνον λημέρια, αλλά πολλές φορές με μια μικρή διαφορά σε σχέση με παλιότερα. Gangsta talk, λεφτά και γυναίκες βρίσκονται στο επίκεντρο του δίσκου αλλά όχι πάντα με το ίδιο υφάκι και την ίδια άνεση. Πιστεύω πως οι περισσότεροι, ακόμα και εκείνοι που δεν τον συμπαθούν, θα ομολογήσουν πως στα κομμάτια του ήταν πάντα άνετος, σίγουρος, και γενικώς δεν τον ενδιέφερε η κοινή γνώμη, κάνοντας πάντα το δικό του. Αυτός ο «ήχος» λείπει από μερικά κομμάτια, δίνοντάς σου την εντύπωση πως αρκετά από τα tracks τα έκανε με πολύ λίγη όρεξη ή πως έχει στερέψει από ιδέες. Πολύ λίγα hooks θα σας μείνουν στο μυαλό, και δεν είναι λίγες οι φορές που «χαλάει» και το flow του. Άμα προσθέσουμε και το θέμα των lyrics του, που δεν ήταν ποτέ κάτι το ιδιαίτερο, θα μπορούσαμε να πούμε πως σε αυτό τον δίσκο ακούμε τον ίσως πιο «βαρετό» ή αν θέλετε τον πιο «weak» 50 Cent από τότε που τον γνώρισε το ευρύ κοινό. Όταν βέβαια βοηθάνε και τα beats είναι ιδιαίτερα ευχάριστος, αλλά όπως είπαμε, είναι λίγες οι στιγμές αυτές. Δυστυχώς, ούτε οι συνεργασίες βοηθάνε καθόλου, μιας και εκεί υπάρχουν μελανά σημεία. Πάρα πολύ καλός Eminem αλλά με λίγο χρόνο συμμετοχής, αδιάφοροι Tony Yayo, Akon, και Dre, καλούτσικοι Nicole, Young Buck και Robin Thicke αλλά τίποτα το ιδιαίτερο και μια καλή Mary J Blige. Μόνο ο Justin Timberlake κάνει μια υπέροχη δουλειά, με παρά πολύ καλά φωνητικά και γενικώς μια άριστη παρουσία στην δουλειά που είχε να κάνει. Έτσι φτάνουμε στο τέλος που είναι συγχρόνως και η αρχή…

Τελικά

… κι αυτό γιατί κάπου εδώ βλέπεις τι έχει αλλάξει. Η confidence και η όρεξη του 50 Cent έχει κάνει στα μισά του δίσκου φτερά. Θυμάμαι τα βιντεάκι στο Youtube όπου δήλωνε πως δεν έχει πια όρεξη με την όλη φάση και πως μπορεί να μην ξανακυκλοφορήσει τίποτα, σε ένα πραγματικό breakdown του ίδιου μπροστά στην κάμερα. Οι φίλοι του MC ας μη με παρεξηγήσουν, ο δίσκος δεν είναι τόσο κακός όσο ακούγεται. Αλλά είναι τόσο μέτριος, με πολλές φορές «φθηνά» (αυτή την φορά με την αρνητική ένοια) hooks και lines, που δεν είναι απλά αντάξιο στον άλλοτε King του mainstream –hip-hop. Σίγουρα θα ξεχωρίσετε κάποια κομμάτια που θυμίζουν τον παλιό καλό Curtis Jackson και σίγουρα θα τα ευχαριστηθείτε, αλλά δεν θα είναι πολλά όπως παλιά. Για να μην τον στήσουμε τελείως μόνο του στον τοίχο, πιστεύω πως ένα τεράστιο μερίδιο ευθύνης έχει η εταιρεία και γενικώς οι παραγωγοί του label. Η άλλοτε παραγωγικότερη εταιρεία των super hits, μοιάζει ξεπερασμένη και προβληματίζει. Οι απουσίες των Scott Storch και Mike Elizondo είναι κάτι παραπάνω από εμφανέστατες, μόνο και μόνο άμα κάνεις απλές συγκρίσεις κομματιών όπως π.χ. «In Da Club» και «Just A Little Bit» με «Fire» και «Amusement Park».Θα’ταν άδικο να πω πως έχασα πολύτιμο χρόνο με ένα αρκετά μεγάλο review για αυτόν τον δίσκο, κάτι το οποίο σίγουρα θα σκέφτονται μερικοί. Αλλά από την στιγμή που μιλάμε για ένα από τα πιο πολυ-αναμενόμενα releases του 2007, πιστεύω πως αυτό ήταν λογικό. Όσο για την αυτοκρατορία στην οποία αναφέρθηκα στον πρόλογό μου, νομίζω πως κάπου εδώ φτάνει στην δύση της, και θα πρέπει να καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για να ανακτήσει (αν ποτέ…) την παλιά της αίγλη.

Βαθμολογία: 5/10

Best Tracks: «I Get Money», «Ayo Technology» , «Straight To Tha Bank», «Peep Show»

Links: www.50cent.com
www.myspace.com/50cent
www.50centbulletproof.com
www.getrichordietryinmovie.com

Εξώφυλλο & Tracklist

1 Intro
2 My Gun Go Off
3 Man Down
4 I'll Still Kill
5 I Get Money
6 Come & Go
7 Ayo Technology
8 Follow My Lead
9 Movin' on Up
10 Straight to the Bank
11 Amusement Park
12 Fully Loaded Clip
13 Peep Show
14 Fire
15 All of Me
16 Curtis 187
17 Touch the Sky
* Smile (I'm Leavin') (bonus track για παραγγελιές από το iTunes)
* Hustler's Ambition (bonus track για UK κυκλοφορία)